Σχόλια σεμιναρίων
ΔΙΗΜΕΡΟ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ 14&15 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2025
Φιλοσοφία και Υπαρξιακή Ψυχοθεραπεία: Emmanuel Levinas & Paul Tillich
Ολοκληρώθηκε το Σάββατο 15 Νοεμβρίου του 2025 το τρίτο διήμερο σεμινάριο του ακαδημαϊκού έτους 2025-2026 του Προγράμματος Εξειδίκευσης στην Υπαρξιακή Συμβουλευτική και Ψυχοθεραπεία του Γίγνεσθαι, που είχε για θέμα του αυτή τη φορά, τη Φιλοσοφία και την Υπαρξιακή Ψυχοθεραπεία. Συμμετέχοντες και συμμετέχουσες είχαν την ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με ένα μικρό αλλά σημαντικό μέρος του έργου δύο σπουδαίων στοχαστών της σύγχρονης φιλοσοφίας, του Emmanuel Levinas και του Paul Tillich, που μέσα από τις προσωπικές διαδρομές και τις ιδέες τους φώτισαν καίριες πτυχές της υπαρξιακής προσέγγισης. Το διήμερο ολοκληρώθηκε με στοχαστικό τρόπο, αφήνοντας μια αίσθηση φιλοσοφικής διαύγειας και δημιουργώντας, έστω και στον περιορισμένο χρόνο του, σε έναν χώρο όπου η φιλοσοφία δεν επιχειρεί τόσο να διδάξει όσο να διανοίξει νέα πεδία νοήματος μέσα από τις πολλαπλές ιδέες, σε συνδιαλλαγή —όπως πολύ συχνά συμβαίνει στα σεμινάρια του Γίγνεσθαι— με τη βιωμένη εμπειρία των συμμετεχόντων ατόμων. Η διαδικτυακή μορφή του δεν περιόρισε αυτή την αίσθηση, αντιθέτως, η δέσμευση, η προσήλωση και η διαθεσιμότητα όλων των συμμετεχόντων ατόμων να συναντηθούν με ευθύνη, ανταπόκριση, σεβασμό και φροντίδα προς τους άλλους, μέσα από την προσοχή, τη σιωπή και τη συμμετοχή τους σε πολλές βιωματικές ασκήσεις, δημιούργησαν ένα περιβάλλον που ευνοούσε τον αναστοχασμό και την εμβάθυνση.
Την Παρασκευή, πρώτη ημέρα του διήμερου σεμιναρίου, ο Αλέξης Χαρισιάδης, Ph.D, M.Sc, μας εισήγαγε στον κόσμο του Emmanuel Levinas με τρόπο που ανέδειξε τη φιλοσοφική ιδιαιτερότητα και την πνευματικότητα που διαποτίζει συνολικά το έργο του. Η παρουσίαση του Αλέξη δεν περιορίστηκε στη θεωρητική επεξήγηση ή αποτύπωση του έργου του εβραϊκής καταγωγής Γάλλου φιλοσόφου, όσο, πολύ περισσότερο, ήρθε ως πρόσκληση προς τα συμμετέχοντα στο σεμινάριο άτομα να σταθούν με πραγματική απορία μπροστά στην ηθική πρόκληση που ο Levinas φέρει και ανέδειξε, από την αρχή κι όλας της παρουσίασής του, το θεμελιώδες της ηθικής διάστασης του ανθρώπινου Είναι που για τον ίδιο, δεν απορρέει από ένα σύστημα κανόνων αλλά αναδύεται ως η ίδια η πηγή της ανθρώπινης παρουσίας. Σε αυτή τη γραμμή, ο Αλέξης ανέδειξε τη βαθιά και πάντα επίκαιρη έννοια του “προσώπου” στο φιλοσοφικό έργο του Levinas. Όπως εξήγησε ο ίδιος το πρόσωπο για τον Levinas δεν αφορά σε ένα ψυχολογικό σχήμα ούτε απλά απαρτίζεται από ένα σύνολο ιδιοτήτων αλλά αναδύεται από την ίδια την έκθεσή μας στον κόσμο, δείχνει προς την ευαλωτότητα που μας προκαλεί και μας προσκαλεί προς μια συνάντηση με τη ετερότητα —που μας κοιτά και απαιτεί από μας να μην μετατρέψουμε τον Ιερό Άλλο σε αντικείμενο ή ερμηνεία. Το «Μην με σκοτώσεις» —η σιωπηλή έκκληση που ο Levinas εντοπίζει στο βλέμμα του Άλλου— αποτέλεσε τον άξονα γύρω από τον οποίο αναπτύχθηκε μεγάλο μέρος αυτής της συζήτησης και ο Αλέξης τόνισε, σε διάφορα σημεία της ομιλίας του, πως αυτή η έγκληση του Levinas δεν αφορά μόνο στη βιολογική επιβίωση, αλλά κυρίως απευθύνεται στην αποφυγή της αδιαφορίας, της αντικειμενοποίησης και του βιαστικού θεωρητικού εγκλεισμού, δείχνοντας παράλληλα και τη θεμελιώδη σημασία της έννοιας του προσώπου για μια υπαρξιακή ψυχοθεραπεία όπου η συνείδηση δεν αυτο-θεμελιώνεται, αλλά αφυπνίζεται μέσα από την ευθύνη μας προς το ιερό πρόσωπο ενός ευάλωτου Άλλου. Καθώς η παρουσίαση εξελισσόταν, φάνηκε επίσης καθαρά πως η ευθύνη, στον Levinas, έχει έναν χαρακτήρα απείρου: ποτέ δεν ολοκληρώνεται, ποτέ δεν μπορεί να ειπωθεί ως: «έκανα αρκετά», είναι προέλευση, όχι αποτέλεσμα, αφορά τον τρόπο ύπαρξή μας και όχι ένα καθήκον που απλά ενστερνιζόμαστε. Ο Αλέξης ανέδειξε αυτή την ασυμμετρία, χωρίς ωστόσο να την παρουσιάσει ως βάρος, αλλά ως έναν τρόπο να νοηθεί η θεραπευτική σχέση πέρα από τις πιθανές τεχνικές: ως έναν τόπο όπου ο θεραπευτής δεν προσφέρει λύσεις αλλά φιλοξενία, όπου η ερμηνεία όχι απλά δεν είναι απαραίτητη —απεναντίας ιδανικά χρειάζεται να απουσιάζει— για να δημιουργηθεί ένας πρωταρχικά ασφαλής χώρος, ένας χώρος φιλοξενίας και ευγένειας, που θα επιτρέψει στον Άλλο να ακουστεί και να υπάρξει. Η πρώτη μέρα ολοκληρώθηκε μέσα από μια βιωματική άσκηση που στοιχειοθετήθηκε από την πρόσκληση να κοιτάξουμε στα μάτια έναν άλλο άνθρωπο χωρίς να επιστρατεύσουμε την κρίση, τις προβολές ή τις προκαθορισμένες εννοιολογήσεις μας. Η άσκηση, απλή ως προς τη μορφή της, ανέδειξε στην πράξη το πόσο εύκολα το βλέμμα μετατρέπεται σε εργαλείο κατοχής και πόσο δύσκολο και συχνά ανοίκειο μας είναι το να μείνουμε στο παρόν χωρίς να οικειοποιούμαστε, χωρίς να επιβάλλουμε την δική μας κατανόηση, και για αυτό ίσως αναδείχθηκε και ως μια πράξη βαθιάς εσωτερικής πειθαρχίας —ανέδειξε ξεκάθαρα το πώς και μέσα από τη σιωπή μπορεί κανείς να δει πόσο εύθραυστη και ταυτόχρονα πόσο θεμελιώδης είναι η ανθρώπινη συνάντηση για την υπαρξιακή ψυχοθεραπεία.
Το Σάββατο, δεύτερη μέρα του διήμερου σεμιναρίου, αφιερώθηκε στον Paul Tillich, μέσα από την παρουσίαση της Κατερίνας Ζύμνη, Ph.D, ECP. Εδώ το στοχαστικό κλίμα πήρε μιαν άλλη μορφή, θα μπορούσαμε να πούμε πιο υπαρξιακά δραματική, με αναφορές στις θεμελιώδεις αγωνίες του ανθρώπου. Η Κατερίνα μίλησε με μεγάλη αγάπη και ευγένεια για το έργο του Tillich και μέσα από κάποιες βασικές αναφορές στη βιογραφία του παρουσίασε ένα βαθιά ανθρωπιστή υπαρξιακό φιλόσοφο που επιχείρησε να φέρει την φιλοσοφική σκέψη κοντά στην καθημερινή εμπειρία, εστιάζοντας στον αγώνα ανάμεσα στην υπαρξιακή αγωνία και τον φόβο με το θάρρος. Η ίδια τόνισε πως η έννοια της αγωνίας, για τον Tillich, δεν είναι εμπόδιο προς υπέρβαση αλλά βασικό οντολογικό στοιχείο της ανθρώπινης κατάστασης και περιέγραψε τη δυνατότητα του θάρρους όχι στο να την καταργήσει, αλλά να την περιέχει. Από την αρχή της παρουσίασής της, περιέγραψε τον Tillich ως έναν άνθρωπο που εμβάθυνε στην ανθρώπινη ύπαρξη μέσα από την ίδια την ιστορική του διαδρομή και εμπειρία: αβεβαιότητα, εκτοπισμός, απώλεια, όπως και μια αδιάκοπη προσπάθεια να κατονομάσει τι σημαίνει κανείς «να Είναι» με ευαισθησία και ακεραιότητα. Η Κατερίνα στάθηκε ιδιαίτερα στους τρεις βασικούς τύπους της αγωνίας που ο Tillich αναλύει: την αγωνία της μοίρας και του θανάτου, που αποτυπώνει την ανθρώπινη τρωτότητα, την αγωνία του κενού και του μη νοήματος, που αφορά την αβυσσαλέα εμπειρία του «τίποτε» και την αγωνία της ενοχής και της καταδίκης, που αγγίζει τις διαστάσεις της ηθικής και πνευματικής ευθύνης για το πώς εμπεριέχουμε και συνδιαμορφώνουμε τον κόσμο μας. Η σύνδεσή της με το έργο των Rollo May και Irvin Yalom βοήθησε επίσης να φανεί πώς το έργο του Tillich υπήρξε θεμέλιο για την υπαρξιακή-ανθρωπιστική ψυχοθεραπεία του 20ού αιώνα. Στη συνέχεια της ομιλίας της η Κατερίνα συνέδεσε πτυχές της οπτικής που δίνει το έργο του Tillich με την υπαρξιακή ψυχοθεραπεία όπου η αγωνία δεν αντιμετωπίζεται ως παθολογικό σύμπτωμα αλλά ως πιθανή ευκαιρία προς ένα δρόμο ωρίμανσης, τονίζοντας επίσης πως υπαρξιακά το θάρρος δεν ταυτίζεται με την έννοια της αυτοπεποίθησης, αλλά με την ευρύτερη αποδοχή της τραγικότητας της ύπαρξης που αναδύεται από την αποφασιστική στάση να πορευτεί κανείς, μέσα στην αβεβαιότητα και την αμφιβολία. Το κλείσιμο της παρουσίασης για τον Tillich έγινε μέσα από μια βιωματική άσκηση της Κατερίνας που υπήρξε ένα από τα πιο δυνατά σημεία του, ήρθε μέσα από την πρόσκληση να κοιτάξουμε τον εαυτό μας στην οθόνη και να απαντήσουμε στο «ποιος είμαι;», όχι με όρους ταυτότητας αλλά με όρους ύπαρξης. Η απλότητα της άσκησης ανέδειξε ακριβώς την ίδια τη δυσκολία της, ανέδειξε καθαρά πως η αυτοαντίληψη δεν είναι ποτέ δεδομένη και πως η συνάντηση με τον εαυτό μας μπορεί να είναι εξίσου απαιτητική με τη συνάντηση με τον Άλλο.
Αυτό που έγινε πολύ εμφανές, στο πέρασμα των δύο ημερών φιλοσοφικού σεμιναρίου, ήταν η πληρότητα και η γενναιοδωρία μέσα από την οποία οι εισηγητές του Γίγνεσθαι προσέφεραν όχι μόνο μια θεωρητική ματιά αλλά συν-δημιούργησαν από κοινού ένα χώρο αναστοχασμού και έκφρασης, καθώς σε κανένα σημείο του διημέρου δεν έμειναν στάσιμοι σε αφηρημένες φιλοσοφικές έννοιες ούτε εγκλωβίστηκαν σε παγιωμένα θεωρητικά σχήματα. Οι ομιλίες, οι συζητήσεις, οι σιωπές, οι ασκήσεις και πολλά από τα ερωτήματα που αναδύθηκαν από τις παρουσιάσεις τους βοήθησαν την ολομέλεια, και αυτή τη φορά, να διακρίνει το πώς η υπαρξιακή φιλοσοφία, όταν συναντά την ψυχοθεραπευτική πράξη, μπορεί να λειτουργήσει ως διάνοιξη προς βαθύτερες νοηματοδοτήσεις. Κλείνοντας τα σχόλια και για αυτό το διήμερο, μπορούμε, ίσως, να σημειώσουμε πως μέρος της προοπτικής που φέρνουν οι Levinas και Tillich διατρέχει αθόρυβα ή σιωπηλά το σύνολο της υπαρξιακής ψυχοθεραπείας. Και οι δύο τους τονίζουν την ασυμμετρία κάθε ανθρώπινης σχέσης και παρουσίας καθώς μας καλούν σε υπέρβαση των ορίων του εαυτού και της αυτάρκειάς μας, δείχνοντας προς τη δυνατότητα μιας συνάντησης που αναγνωρίζει και αγκαλιάζει το υπερβατικό και το αγωνιώδες της ανθρώπινης ύπαρξης. Και ίσως εκεί να κατοικεί και η πιο θεμελιώδης συνάντηση μεταξύ φιλοσοφίας και υπαρξιακής ψυχοθεραπείας, στη διαπίστωση του ότι η ανθρώπινη ύπαρξη διαμορφώνεται όχι μόνον από όσα απλά κατανοούμε αλλά κυρίως μέσα από εκείνα που μας συνταράσουν ή μας εκπλήσουν, καθώς αυτά έχουν τη δύναμη να μας μετακινούν και να μας μεταμορφώνουν. Η συμμετοχή και η ανταπόκριση των συμμετεχόντων ατόμων, που εκδηλώθηκε συχνά με ζωηρό και έμπρακτο ενδιαφέρον και στις δύο μέρες του σεμιναρίου, ανέδειξε επίσης ότι υπάρχει ουσιαστική ανάγκη για ανάλογα πεδία συνάντησης στο σήμερα. Ανέδειξε καθαρά ότι η φιλοσοφική αναζήτηση και ο αναστοχασμός δεν αποτελούν πνευματική πολυτέλεια αλλά υπαρξιακή αναγκαιότητα για κάθε άνθρωπο που αναζητά και εμβαθύνει στην ανθρώπινη εμπειρία, καθώς καθοδηγούν με απέραντο σεβασμό την επιφυλακή μας απέναντι στο ανείπωτο του Ιερού Άλλου, μας προσκαλούν να σταθούμε με ενάργεια, θαυμασμό και θάρρος σε αυτό που ίσως τελικά να είναι το πολυτιμότερο αγαθό κάθε ανθρώπινης συνάντησης.
Συντάκτης: Θανάσης Ν. Μανιάτης