Σχόλια σεμιναρίων
ΔΙΗΜΕΡΟ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ 22&23 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2024
Υπαρξιακή προσέγγιση και ψυχοπαθολογία
Ολοκληρώθηκε με ενθουσιώδη αποδοχή, το Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2024, το διήμερο υβριδικό σεμινάριο με θέμα: «Υπαρξιακή προσέγγιση και ψυχοπαθολογία: Καλλιεργώντας την υπαρξιακή μας ματιά». Στη διάρκεια του σεμιναρίου συμμετέχουσες και συμμετέχοντες είχαν την ευκαιρία να εξερευνήσουν από κοινού τη σύνδεση της υπαρξιακής προσέγγισης με την ψυχοπαθολογία, τη διάγνωση και τις διαταραχές προσωπικότητας και διάθεσης. Και αυτό το σεμινάριο ξεχώρισε για την πολυεπίπεδη θεωρητική και βιωματική του διάσταση καθώς με την καθοδήγηση των τεσσάρων ψυχολόγων, υπαρξιακών ψυχοθεραπευτριών και εκπαιδευτριών του Γίγνεσθαι, Μαρίας Κωστούλα, Δήμητρας Ταγαρά, Χριστίνας Μπούφαλη-Μπαβέλλα και Λορέλας Λάναϊ, αναδείχθηκαν πολλές από τις δυσεπίλυτες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι επαγγελματίες της ψυχικής υγείας τόσο στις δομές και τις μονάδες φροντίδας όσο και στα ιδιωτικά τους γραφεία. Μέσα από πραγματικά περιστατικά και προσωπικές μαρτυρίες, φωτίστηκαν πολλά από τα ηθικά, συναισθηματικά και πρακτικά ζητήματα που συχνά εγείρει η ψυχοπαθολογία εντός του θεραπευτικού πλαισίου ενώ δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη διαρκή καλλιέργεια της αυθεντικής υπαρξιακής ματιάς και του φαινομενολογικού τρόπου εργασίας που προάγουν την ευρύτερη κατανόηση του ανθρώπου ως ολότητα και όχι ως απλή διάγνωση. Οι παρουσιάσεις των εισηγητριών και οι ανοιχτές τοποθετήσεις και συζητήσεις με την ολομέλεια ανέδειξαν πώς η υπαρξιακή προσέγγιση ενθαρρύνει μια πιο ανοιχτή και γνήσια θεραπευτική σχέση, αναγνωρίζοντας τις βαθιές επιδράσεις που μπορεί να έχουν οι διαταραχές και η ίδια η διάγνωση τόσο στον θεραπευόμενο όσο και στη θεραπεύτρια και τόνισαν την αξία μιας λεπτομερούς και εμπεριστατωμένης διερεύνησης της επίδρασης των διαταραχών στην ίδια τη θεραπευτική σχέση.
Το διήμερο σεμινάριο άνοιξε, την Παρασκευή 22 Νοεμβρίου, με την κοινή παρουσίαση της Μαρίας Κωστούλα και της Δήμητρας Ταγαρά, με τίτλο «Ο Άνθρωπος ως Άνθρωπος και όχι ως Διάγνωση», που ξεκίνησε αρχικά ως ιστορική αναδρομή για να μεταμορφωθεί σύντομα σε μια καθηλωτική εμπειρία που συνδύασε την επιστημονική γνώση με μια πολύ συγκινητική, υπαρξιακή και βαθιά ανθρώπινη ματιά. Από την αρχή της παρουσίασής τους, οι εισηγήτριες τοποθέτησαν την ολομέλεια στον πυρήνα του θέματος, λέγοντας πως η ψυχοπαθολογία δεν είναι απλώς ένας επιστημονικός κλάδος που μελετά τις διαταραχές των ψυχικών λειτουργιών, αλλά και μια συνεχής προσπάθεια να κατανοήσουμε και να υποστηρίξουμε τους πάσχοντες ανθρώπους, σε συνάρτηση με τη διάγνωση αλλά και πέρα από αυτή. Η Μαρία και η Δήμητρα ξεκίνησαν με μια επίπονη αναδρομή στην ιστορία της ψυχιατρικής στη χώρα μας, προβάλλοντας μέρη από το συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ «Οι Αζήτητοι» του Κωστή Ζώη (1982) και αναφέρθηκαν στην τεράστια σημασία των δύο μεγάλων κρίσεων στην ιστορική πορεία της περιγραφικής ψυχιατρικής. Περνώντας στο θεωρητικό μέρος της ομιλίας τους παρουσίασαν τη διαδρομή από τον Ιπποκράτη και τον Διαφωτισμό μέχρι το κίνημα αποιδρυματισμού του 20ού αιώνα φωτίζοντας παράλληλα πολλά στοιχεία από τη, συχνά θλιβερή και ζοφερή, πορεία των ασύλων της ελληνικής πραγματικότητας. Με τρόπο ζωντανό και με πραγματικά παραδείγματα από την προσωπική τους πρακτική, η Μαρία και η Δήμητρα, τόνισαν την ανάγκη η ψυχιατρική διάγνωση να είναι ένα εργαλείο που βοηθά στον προσδιορισμό των ψυχικών δυσκολιών και όχι μια ταυτότητα που καθηλώνει και περιορίζει τον άνθρωπο, παρουσιάζοντας ερευνητικές πηγές όπως αυτή του Rosenhan (1973) για να αναδείξουν το υποκειμενικό στοιχείο που υπάρχει σε κάθε διάγνωση ψυχοπαθολογίας, υπογραμμίζοντας πως η διάγνωση δεν μπορεί και δεν πρέπει, εν τέλει, να αντιπροσωπεύει την απόλυτη αλήθεια, αλλά να προσφέρει ένα ευρύτερο πλαίσιο πραγματικής κατανόησης. Στη συνέχεια της παρουσίασής τους επικεντρώθηκαν στα όρια και στις παγίδες που αναδύονται όταν βλέπουμε τους ανθρώπους μέσα από το πρίσμα της διάγνωσης. Η ακρίβεια της οποιασδήποτε διάγνωσης είναι πάντα δευτερεύουσα σε σχέση με το νόημα που αυτή έχει για τον θεραπευόμενο, ανέφεραν, παραθέτοντας τις απόψεις των Van Deurzen & Adams (2012). Μέσα από αυτή την προοπτική, εξετάστηκε η έννοια του στιγματισμού, τόσο αυτού που προέρχεται από την κοινότητα όσο και του αυτοστιγματισμού αλλά και το πώς ακόμη και η ίδια η χρήση της γλώσσας, τα στερεότυπα και οι διακρίσεις μπορούν να καταστούν τροχοπέδη για την επανένταξη των ανθρώπων που παλεύουν με ψυχικές δυσκολίες στην ανθρώπινη κοινότητα όπου ανήκουν. Στα πιο βιωματικά σημεία της παρουσίασής τους, με παραδείγματα από την προσωπική τους πρακτική, οι εισηγήτριες επικεντρώθηκαν στη σημασία της θεραπευτικής σχέσης, η οποία, όπως είπαν, βασίζεται στη γνήσια ανθρώπινη συνάντηση. Με συχνές αναφορές στο έργο των Spinelli (2005) και Bugental (1987), περιέγραψαν τον θεραπευτή ως συνοδοιπόρο που προσφέρει έναν χώρο αποδοχής και ενσυναίσθησης, όπου το άτομο μπορεί να ακουστεί χωρίς κριτική δείχνοντας με το δικό τους τρόπο πώς τελικά η θεραπεία χρειάζεται να είναι πρωτίστως μια «συνομιλία» και όχι ένας μηχανιστικός τρόπος επίλυσης προβλημάτων. Μαρία και Δήμητρα ολοκλήρωσαν την παρουσίασή τους με μια άσκηση που καλούσε τους συμμετέχοντες και τις συμμετέχουσες να αναλογιστούν τη δική τους σχέση με την έννοια της διάγνωσης, τοποθετώντας τον εαυτό τους στη θέση του θεραπευόμενου, δείχνοντας με κάθε τρόπο ότι η ψυχική υγεία δεν είναι μόνο θέμα διαγνώσεων και αποφάσεων, αλλά και μιας βαθύτερης ανθρωπιάς και πως θα υπάρχει πάντοτε η ανάγκη κάθε πρόσωπο να γίνεται ορατό πέρα από τις ετικέτες και τις διαγνώσεις.
Η δεύτερη μέρα του διήμερου σεμιναρίου συνεχίστηκε με την παρουσίαση της Χριστίνας Μπούφαλη-Μπαβέλλα, η οποία μας μετέφερε σε ένα ταξίδι γεμάτο προβληματισμούς, ανθρώπινες ιστορίες και βαθιά υπαρξιακά ερωτήματα. Ξεκινώντας με το μοίρασμα μιας προσωπικής της εμπειρίας από την επίσκεψή της στο εγκαταλειμμένο πλέον ψυχιατρείο της Λέρου, εισήγαγε την έννοια της επιθυμίας ως θεμέλιο λίθο της ανθρώπινης ύπαρξης. Μέσα από μια βαθιά φορτισμένη συναισθηματική αφήγηση η Χριστίνα περιέγραψε τις ζωές ανθρώπων που τους είχαν αφαιρεθεί τα πάντα—ακόμη και η δυνατότητα να επιθυμούν. «Χωρίς επιθυμία, ένας άνθρωπος είναι ήδη νεκρός», τόνισε, υπογραμμίζοντας την υπαρξιακή σημασία της ανθρώπινης προθετικότητας, της επιθυμίας για ζωντάνια και κίνηση προς το μέλλον. Στη συνέχεια της παρουσίασής της, πέρασε σε πιο θεωρητικές πτυχές, όπου η έννοια της προσωπικότητας αναλύθηκε ως μια σύνθετη, μοναδική και πολυδιάστατη έκφραση του ανθρώπου και η Χριστίνα, παρουσίασε μερικές από τις ψυχολογικές θεωρίες και τους παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξή της, εστιάζοντας στις πρώιμες εμπειρίες, στις κοινωνικοπολιτισμικές επιδράσεις και στις κρίσιμες στιγμές της ζωής και με το γνωστό ζεστό, ήρεμο τρόπο της, θύμισε στην ολομέλεια πως πίσω από κάθε διαταραχή υπάρχει μια διαφορετική ιστορία, ένας μοναδικός άνθρωπος με τις δικές του εμπειρίες και τα προσωπικά του βιώματα. Με μικρά παραδείγματα και περιγραφές, ανέδειξε την πολυπλοκότητα της διαταραχής προσωπικότητας, σταχυολογώντας μερικούς από τους υποτύπους της ενώ μέσα από μια σύντομη εισαγωγή στη διαλεκτική συμπεριφορική θεραπεία (DBT) προσέφερε κάποιες πρακτικές κατευθύνσεις, εξηγώντας το πώς η αποδοχή, η ενσυνειδητότητα και η δυνατότητα για αλλαγή μπορούν να συνδυαστούν στο να συν-δημιουργήσουν μια αποτελεσματική θεραπευτική παρέμβαση στην υποστήριξη των ανθρώπων που υποφέρουν από τη συγκεκριμένη διαταραχή. Προχωρώντας στο πιο συγκινητικό, ίσως, μέρος της παρουσίασής της η Χριστίνα εστίασε στη καθοριστική σχέση θεραπεύτριας-θεραπευόμενου. Παρουσιάζοντας με μεγάλη ευγένεια, τρυφερότητα και σεβασμό τη μελέτη περίπτωσης ενός θεραπευόμενου, από την ιδιωτική της πρακτική, βοήθησε την ολομέλεια να προβληματιστεί και να εξετάσει στην πράξη το πώς η υπαρξιακή ματιά μπορεί να ενσωματωθεί στη θεραπευτική διαδικασία, συνδέοντας τη θεωρία με τη βιωματική πραγματικότητα, προσφέροντας σε συμμετέχουσες και συμμετέχοντες όχι μόνο γνώσεις αλλά και μια βαθιά αίσθηση ανθρωπισμού. Μέσα από την δική της υπαρξιακή στάση, η Χριστίνα μας κάλεσε να δούμε πέρα από τις διαγνώσεις, εστιάζοντας στην αληθινή ουσία κάθε ατόμου. «Ο υπαρξιακός ψυχοθεραπευτής δεν προσπαθεί να κάνει διάγνωση στον θεραπευόμενο», είπε, «αλλά μαζί προσπαθούν να κατανοήσουν τις δυσκολίες που ο ίδιος βιώνει». Με συχνές αναφορές σε φιλοσοφικά και ψυχοθεραπευτικά έργα, η ίδια, τόνισε τη σημασία της γνήσιας συνάντησης, όπου ο κάθε θεραπευόμενος χρειάζεται να είναι αποδεκτός όχι ως «πρόβλημα», αλλά ως άνθρωπος, και ολοκλήρωσε την ομιλία της προσφέροντας σκέψεις, έμπνευση και προοπτική, δείχνοντας προς μια πιο ανθρώπινη και ουσιαστική προσέγγιση στην ψυχική υγεία και την ανάγκη πλαισίωσης της προσπάθειάς μας στο να στηρίζουμε, με όλες μας τις δυνάμεις, τους ανθρώπους στο να μπορούν να επιθυμούν.
Η δεύτερη μέρα του σεμιναρίου για την ψυχοπαθολογία ολοκληρώθηκε με την απόλυτα συγκινητική παρουσίαση της Λορέλας που επικεντρώθηκε στη φύση και τις μορφές της κατάθλιψης, καθώς και στον τρόπο που την αντιλαμβάνεται η υπαρξιακή προσέγγιση. Η Λορέλα ξεκίνησε με τη γενική περιγραφή της κατάθλιψης, στην οποία η ίδια δεν περιορίζεται σε συγκεκριμένο χρόνο ή χώρο αλλά αναδύεται ως μια φυσική αντίδραση στις εντάσεις της ύπαρξης και διευκρίνισε πως αν και συχνά συγχέεται με τη δυστυχία, διαφέρει στο ότι επηρεάζει τη βασική συναισθηματική διάθεση και την αντίληψη του ατόμου για τον εαυτό του και το περιβάλλον του. Η Λορέλα αναφέρθηκε εδώ για λίγο στους διάφορους τύπους κατάθλιψης, που περιλαμβάνουν τη μείζονα κατάθλιψη, την επίμονη κατάθλιψη (ή δυσθυμία), την διπολική διαταραχή (μανιακή κατάθλιψη), την καταθλιπτική ψύχωση, την περιγεννητική κατάθλιψη, την προεμμηνορρυσιακή δυσφορική διαταραχή, την εποχική κατάθλιψη, την αντιδραστική κατάθλιψη και την άτυπη κατάθλιψη, τονίζοντας πως όλοι αυτοί οι τύποι μπορεί να διαφέρουν στην ένταση και τη διάρκεια των συμπτωμάτων τους, αλλά πως όλοι επηρεάζουν σοβαρά τη ζωή του ατόμου και απαιτούν κατάλληλη θεραπεία και υποστήριξη. Στη συνέχεια της παρουσίασής της εστίασε στην υπαρξιακή προσέγγιση για την κατάθλιψη, που βλέπει την κατάθλιψη όχι ως μία παθολογική κατάσταση που χρειάζεται απαραίτητα να ανακουφιστεί ή να θεραπευτεί, αλλά ως μία βαθιά αναζήτηση για νόημα και πιο ουσιαστική σύνδεση με τη ζωή. Σύμφωνα με την ίδια, για την υπαρξιακή προσέγγιση, η κατάθλιψη μπορεί να προκύψει από την αντίσταση ή την αποφυγή των θεμελιωδών υπαρξιακών θεμάτων, όπως η ελευθερία, η μοναξιά, η θνητότητα και η απουσία εγγενούς νοήματος στον κόσμο και πως συχνά είναι απαραίτητη ή βοηθητική προϋπόθεση η θεραπεία να επικεντρωθεί στην αποδοχή αυτών των οντολογικών αληθειών μέσα από την ενθάρρυνση του θεραπευόμενου ατόμου να αναγνωρίσει ή να δημιουργήσει το προσωπικό του νόημα στη ζωή. Η Λορέλα τόνισε εδώ πως για την υπαρξιακή ψυχοθεραπεία, η αναζήτηση του νοήματος έχει θεμελιώδη σημασία, καθώς η ίδια η θεραπευτική διαδικασία βοηθά τα άτομα να αναγνωρίσουν και να δημιουργήσουν πηγές νοήματος μέσω των σχέσεων, της δημιουργικότητας και της προσφοράς στους άλλους. Η ίδια πρότεινε επίσης μια ολιστική προσέγγιση όπου η κατάθλιψη δεν θεωρείται ασθένεια, αλλά μια φυσική αντίδραση στις δυσκολίες της ζωής, με σκοπό την ανάπτυξη του ατόμου και την ενδυνάμωσή του στο να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της ζωής με μεγαλύτερη αυθεντικότητα και αυτοσυμπόνια ενώ αναφέρθηκε στη κεφαλαιώδη σημασία της ανθρώπινης σύνδεσης και της αυθεντικότητας στην θεραπεία, όπου η σχέση μεταξύ θεραπεύτριας και θεραπευόμενου παίζει καθοριστικό ρόλο στην επίτευξη της αυτογνωσίας και της εσωτερικής ισορροπίας. Για τη Λορέλα το θεραπευτικό δωμάτιο καθίσταται ο πρωταρχικός χώρος για την εξερεύνηση της ευαλωτότητας, της ειλικρίνειας και της κατανόησης του εαυτού και η θεραπευτική σχέση ο προθάλαμος που στοχεύει στην ενίσχυση της αυτοσυμπόνιας, ώστε οι θεραπευόμενοι να αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες τους χωρίς στιγματισμό και ενοχή, καλλιεργώντας εντέλει έναν υγιή και ισχυρό ψυχικό κόσμο. Η Λορέλα έκλεισε την παρουσίασή της με τη συγκλονιστική ιστορία της Μαρίας, μιας νέας γυναίκας που κατάφερε να αντιμετωπίσει και να διαχειριστεί με διαφορετικό πλέον τρόπο την κατάθλιψη μετά από κάποια ψυχωσικά επεισόδια που είχε. Περιέγραψε την κατάθλιψη της Μαρίας συνδέοντάς την με την κοινωνική απομόνωση, το αίσθημα κενού και την πίεση από τα ψυχικά της προβλήματα, τα οποία την καθιστούσαν ιδιαίτερα ευάλωτη στην καθημερινή της ζωή και μέσα από την αφήγησή της, μας έδειξε πώς ψυχοθεραπευτικά, μέσα από την ενεργή μας παρουσία και με σταθερότητα στην υποστήριξη μιας αυθεντικής σχέσης, μπόρεσε να βοηθήσει την θεραπευόμενή της να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες της και να αποδώσει ένα ανανεωμένο νόημα στη ζωή της. Κλείνοντας το διήμερο σεμινάριο και μη κρύβοντας τη βαθιά συγκίνησή της για την διαδρομή της θεραπευόμενής της, που εκφράστηκε στην ολομέλεια με δάκρυα στα μάτια, η Λορέλα, κατόρθωσε να μας αγγίξει σε προσωπικό επίπεδο, καθώς η αφήγησή της δεν παρέμεινε σε μια επιφανειακή ανάλυση αλλά μετουσιώθηκε σε ένα βαθύ ανθρώπινο μήνυμα για την ευαλωτότητα και την ελπίδα που αναδύεται σε κάθε αυθεντικά αληθινή ανθρώπινη συνάντηση, με μια έκθεση που κανείς δεν θα μπορέσει να ξεχάσει εύκολα.
Συνολικά στο διήμερο σεμινάριο εξετάστηκαν πολλές από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι με ψυχιατρικές δυσκολίες, εστιάζοντας στο στίγμα, τον αυτοστιγματισμό και τη χρήση της γλώσσας ως βασικούς παράγοντες που επηρεάζουν τη ζωή και τη θεραπευτική τους πορεία και αναδύθηκαν μερικά από τα σημαντικότερα ίσως εμπόδια που καλούνται να ξεπεράσουν οι πάσχοντες, όπως η κοινωνική διαφοροποίηση μέσα από την ενίσχυση των κοινωνικών στερεοτύπων και προκαταλήψεων που ενισχύουν τη γενικευμένη κατηγοριοποίηση και προκαλούν μεροληπτικές συμπεριφορές και οδηγούν στον κοινωνικό αποκλεισμό τους και στη δυσκολία στην πρόσβασής τους σε υπηρεσίες υγείας ή στην εύρεση εργασίας. Ιδιαίτερη βαρύτητα δόθηκε στον αυτοστιγματισμό, όταν το ίδιο το άτομο ενσωματώνει το κοινωνικό στίγμα στη δική του ταυτότητα που οδηγεί σε μειωμένη αυτοεκτίμηση, περιορισμένη πρόσβαση σε φροντίδα, διακοπή της θεραπευτικής διαδικασίας και αύξηση της αυτοκτονικότητας και τονίστηκε το στίγμα που βιώνεται, τόσο από την κοινωνία όσο και από τον ίδιο τον άνθρωπο, καθώς εγείρει κρίσιμα ερωτήματα ταυτότητας, όπως το αν η ψυχιατρική δυσκολία αποτελεί κάτι εξωτερικό ή αν συνδέεται με την ουσία της ύπαρξής του. Η ίδια η χρήση της γλώσσας αναγνωρίστηκε ως ισχυρό εργαλείο που μπορεί να ενισχύσει ή να μειώσει το στίγμα και που συνοδεία μιας γνήσιας ανθρωποκεντρικής προοπτικής, που τοποθετεί στο επίκεντρο της εργασίας της τη βιωματική εμπειρία του ατόμου και ενδυναμώνει την επικύρωση της ενσώματης εμπειρίας του, καθίσταται ικανή να συμβάλλει σε μια διαφοροποιημένη προσέγγιση για το σύστημα υγείας και την ίδια την κοινωνία. Κλείνοντας εδώ τα σχόλια για αυτό το διήμερο ψυχοπαθολογίας να θυμηθούμε πως η υπαρξιακή προσέγγιση για την ψυχοθεραπεία επιχειρεί να γεφυρώσει την επιστήμη με τον ανθρωπισμό, αναγνωρίζοντας τον άνθρωπο ως μια ολότητα που δεν μπορεί να περιοριστεί σε διαγνώσεις ή συμπτώματα. Με αυτή την έννοια οι ψυχικές διαταραχές αποτελούν εκφάνσεις και εκφράσεις υπαρξιακών αγωνιών, με το άγχος να αναγνωρίζεται όχι μόνο ως σύμπτωμα αλλά ως μια ακόμη συνθήκη της ανθρώπινης ύπαρξης. Η ψυχοθεραπεία χρειάζεται εδώ να επικεντρωθεί στη βιωμένη εμπειρία του ατόμου, αναγνωρίζοντας τη σημασία των συναισθημάτων και της υποκειμενικότητάς του, αντί να περιορίζεται σε διαγνώσεις ή προκαθορισμένα μοντέλα και ο θεραπευτής να παραμερίσει τις προκαταλήψεις και θεωρητικά του φίλτρα, επικεντρώνοντας την προσοχή του στο εδώ και τώρα της εμπειρίας του θεραπευόμενου, βαδίζοντας προς μια καταρχάς ισότιμη συνομιλία, όπου αναδεικνύεται η ανθρωπινότητα και οι πολλαπλές διαστάσεις της ύπαρξης του Άλλου. Όπως πολύ όμορφα το συνοψίζει σε ένα κείμενό του ο Κώστας Γεμενετζής (2005): «Η θεραπεία είναι μία συνάντηση, μία συνομιλία, όπου διανοίγεται η δυνατότητα για κάποιον να μιλήσει για αυτό που είναι η εμπειρία του. Το ζητούμενο δεν είναι η παροχή συμβουλών ή η ερμηνεία με βάση τα προυπάρχοντα θεωρητικά μοντέλα, αλλά η γνήσια συνάντηση δύο ανθρώπων, όπου κύριο μέλημα είναι να καλλιεργηθεί το κλίμα εκείνο που θα επιτρέψει τη μεταξύ τους συνομιλία».
Συντάκτης: Θανάσης Ν. Μανιάτης