Σχόλια σεμιναρίων

ΔΙΗΜΕΡΟ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ 26&27 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2024

Η αναπτυξιακή ψυχολογία μέσα από μια υπαρξιακή προοπτική

Image © Joel Jasmin | Unsplash

Ολοκληρώθηκε, με μεγάλη συμμετοχή και πολλά θετικά σχόλια για τη διαδικασία του, το Σάββατο 27 Ιανουαρίου το πρώτο για το 2024 διήμερο διαδικτυακό σεμινάριο με θέμα: «Η αναπτυξιακή ψυχολογία μέσα από μια υπαρξιακή προοπτική», που διοργανώθηκε από το «γίγνεσθαι», την Ελληνική Εταιρεία Υπαρξιακής Ψυχοθεραπείας.

Η πρώτη μέρα του διαδικτυακού σεμιναρίου ξεκίνησε με την παρουσίαση της ψυχολόγου, υπαρξιακής ψυχοθεραπεύτριας και εκπαιδεύτριας του «γίγνεσθαι», Άννας Κούρτη, που επικεντρώθηκε στη θεματική των νεαρών ενηλίκων στην υπαρξιακή θεραπεία, παρουσιάζοντας ενδιαφέροντα και σημαντικά στοιχεία της αναπτυξιακής ψυχολογίας αλλά και πολλές από τις συσχετίσεις και συνδέσεις της με την υπαρξιακή ψυχοθεραπεία. Η Άννα ξεκίνησε την ομιλία της με μια σύντομη αναφορά στο έργο της Ευγενίας Γεωργαντά στην εξελικτική και υπαρξιακή θεωρία της και για τη δική της θεωρία για το DNA της ψυχής. Συνέχισε περιγράφοντας τον όρο «νεαροί ενήλικες» και τη σημασία του, υπογραμμίζοντας πως η ενηλικίωση δεν είναι μια αόριστη και αυτοματοποιημένη διαδικασία ωρίμανσης, αλλά πως αναδύεται από πολυποίκιλους παράγοντες όπως η κουλτούρα, η βιολογική, ψυχολογική και κοινωνική ανάπτυξη. Περιέγραψε εδώ την καθοριστική διαδικασία της ενηλικίωσης, έτσι όπως την περιγράφει και η κα. Γεωργαντά, ως μια διαρκή προσπάθεια του ανθρώπου να γίνει ένα ενήμερο, ικανό, αυτάρκες και ικανοποιημένο με το Είναι του ον, τονίζοντας πως η προσπάθεια απορρέει από μια διαδικασία που συμβαίνει καθόλη τη διάρκεια της ζωής και περιέγραψε το πώς αυτή μπορεί να ενισχυθεί ή να παρεμποδιστεί από την παρουσία των άλλων ή από απροσδόκητα συμβάντα της ζωής. Στη συνέχεια, η Άννα, παρουσίασε το κοινωνικοπολιτισμικό και ιστορικό πλαίσιο ζωής των σημερινών νέων ενηλίκων, εστιάζοντας στη σημασία που φέρνουν η τεχνολογική ανάπτυξη, τα φεμινιστικά κινήματα (με τις όλες τις πολιτισμικές και σεξουαλικές εξελίξεις τους), αλλά και το κίνημα της νεολαίας (Youth movement), στην αναπτυξιακή τους πορεία. Έθεσε εδώ το υπαρξιακό ερώτημα «τι σημαίνει τελικά για μένα να είμαι ενήλικας;» και προσκάλεσε τους συμμετέχοντες και τις συμμετέχουσες του σεμιναρίου να στοχαστούν πάνω στους κοινωνικούς διαχωρισμούς μεταξύ των γενεών, χρησιμοποιώντας τους αναγνωρίσιμους σήμερα όρους: Greatest Generation, Silent Generation, Boomers, Generation X, Generation Y ή millennials, Generation Z ή zoomers μέχρι τους νεότερους Generation Alpha ή polars. Η Άννα συνέχισε την παρουσίασή της μέσα από την περιγραφή των κυρίαρχων υπαρξιακών θέσεων για την ανθρώπινη ανάπτυξη, αναφερόμενη σε φιλοσόφους όπως οι Kierkegaard, Nietzsche, Heidegger, Sartre, Merleau-Ponty και Simone de Beauvoir όπως κυρίως έρχονται από την ανάγνωση του έργου τους από τον Martin Adams που προσπαθεί μέσα από το παράδειγμα και την ιδιαιτερότητα της κάθε θέσης να αναδείξει τη σημασία της ελευθερίας, της δυνατότητας υπέρβασης, του σχετίζεσθαι, των αξιών και της αναγνώρισης των υπαρξιακών αληθειών ως μερικά από τα πλέον καθοριστικά στάδια της ανθρώπινης ανάπτυξης. Αναφέρθηκε, επίσης εδώ, στη θεωρία του Erik Erikson για την κοντινότητα και την απομόνωση, εστιάζοντας στη νοηματοδότηση και την ανάληψη ευθύνης ως σημαντικά στοιχεία της ανθρώπινης ενηλικίωσης. Στη συνέχεια της ομιλίας της προσπάθησε να αναδείξει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των νεαρών ενηλίκων, εξετάζοντας τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν κατά τη διάρκεια της αναπτυξιακής τους πορείας και επισήμανε πως η εμπειρία των νέων ενηλίκων είναι μοναδική και συχνά πολύ διαφορετική από κάθε άλλη ηλικιακή φάση της ανθρώπινης ζωής. Τόνισε εδώ κάποια από τα κοινά χαρακτηριστικά που μοιράζονται οι νεαροί ενήλικες καθώς βιώνουν πρωτόγνωρες συνθήκες, ανακαλύπτουν τους περιορισμούς τους και αντιμετωπίζουν τις απαιτήσεις από το περιβάλλον τους όπως και για το πως εμφανίζουν μεγαλύτερη ευαισθησία για το σώμα τους αλλά και το για ότι τείνουν πλέον να αντιμετωπίζουν την ερώτηση «Ποιος είμαι;» με μεγαλύτερη αγωνία. Η Άννα στάθηκε επίσης για λίγο στις κατηγορίες ανάπτυξης αναλύοντας τις κοινωνικές κατηγορίες ανά γενιά, αναδεικνύοντας τις διαφορές μεταξύ τους και ξανάφερε την υπαρξιακή προοπτική εξετάζοντας τις υπαρξιακές οπτικές ανάπτυξης μέσα από φιλοσοφικά αποσπάσματα του έργου των Kirkegaard, Nietzsche, Heidegger και Simone de Beauvoir, εμβαθύνοντας και αναλύοντας έννοιες όπως τις σφαίρες της ύπαρξης, τις μεταμορφώσεις και την αντίληψη του χρόνου στην αναπτυξιακή τους διάσταση. Μίλησε εδώ και για τον Νίκο Καζαντζάκη, εστιάζοντας στην αναζήτηση της νιότης για αθανασία και διερεύνησε αξίες όπως τις συνδέσεις μας με άλλους, την αίσθηση του εαυτού, την εικόνα του φυσικού κόσμου και τις αξίες και το νόημα της ζωής. Επισήμανε επίσης τις διαρκείς προκλήσεις και τη ρευστότητα που είναι κυρίαρχη στους νεαρούς ενήλικες, επισημαίνοντας την θεραπευτική ανάγκη αντιμετώπισης των προκλήσεων που μπορεί να εμφανιστούν σε μια θεραπεία τους όπως ο θάνατος, οι απώλειες, η ρουτίνα, η απομόνωση και αναφέρθηκε για λίγο στο πώς οι ίδιοι καλούνται να αντιδράσουν στις πολύπλοκες κοινωνικές κρίσεις της σημερινής πραγματικότητας. Ολοκληρώνοντας αυτή την ενότητα η Άννα στάθηκε στην κινητήρια δύναμη της νεανικής ορμής που συχνά χαρακτηρίζει τους θεραπευόμενους αυτής της ηλικίας και περιέγραψε την αγωνιώδη ανάγκη τους να βρεθεί ένα νόημα ζωής, επισημαίνοντας την αντίφαση μεταξύ των δυνάμεων που μπορεί να είναι ωφέλιμες και καταστροφικές ταυτόχρονα. Στάθηκε εδώ στην παγίδα της απελπισίας, εκεί όπου οι πολικότητες φαίνονται αδιάσπαστες, εξετάζοντας το πώς αυτή μπορεί να αποφευχθεί ή να περιοριστεί, επισημαίνοντας την ανάγκη για ανοιχτότητα, πραγματική σχέση, υπομονή και αυθεντική ιστορικότητα στην ψυχοθεραπευτική διαδρομή. Κλείνοντας την παρουσίασή της, η Άννα, έδειξε προς μια υπαρξιακή θεραπευτική προσέγγιση που στοχεύει προς όλες τις κατευθύνσεις. Μίλησε για μια θεραπευτική συνοδοιπορία που συχνά χρειάζεται να εστιάζει στην ανοχή, στη συνειδητοποίηση και στη δημιουργία ενός προσωπικού νοήματος ζωής για κάθε νεαρό ενήλικα, καθώς παράλληλα θα στοχεύει και θα αναδεικνύει τη σημασία της ανάληψης ευθύνης και της ελευθερίας στην παλόμενη ανάπτυξή τους. Η Άννα μίλησε εδώ για μια θεραπευτική στάση που απαιτεί υπομονή για ωρίμανση, διαθέτει ένα άνοιγμα στην εμπειρία, με ανοιχτότητα ως προς την ορμητική κινητήρια δύναμή τους, παράλληλα με την αμέριστη προσοχή, φροντίδα και ειλικρίνειά μας για όσα τολμούν. Μια στάση που αναζητά και διευρύνει διαρκώς τη θεραπευτική σχέση, που λειτουργεί επανορθωτικά και με ισοτιμία, συχνά με σοβαρότητα και χιούμορ ταυτόχρονα, που αναζητά τη φροντίδα και το αγκάλιασμα της έντασης των πολικοτήτων, με πίστη στη δοκιμή της κάθε δυνατότητας. Άλλοτε με τη δύναμη μιας εμπιστοσύνης στο “εκεί” που συχνά μπορεί να μοιάζει πως έχει κολλήσει και χρειάζεται να πει την ιστορία του και άλλοτε στην προσπάθεια αναζήτησης μιας κοινής γλώσσας, ενός διαλόγου όπου ο θεραπευτής ή η θεραπεύτρια θα γίνουν ή θα είναι ο Άλλος. Με επιμονή στην θεραπευτική παρουσία και στην ανάδυση της ευκαιρίας, για ένα άνοιγμα στο ξέφωτο του προσωπικού τους χωροχρόνου, χωρίς αυστηρότητα και χωρίς δικαιολογίες, συχνά με επίγνωση πως η έκφραση της αυτοπεποίθησης δεν σημαίνει απαραίτητα και κατάκτηση, καθώς θα είμαστε δίπλα τους, βοηθώντας τους να “μεγαλώσουν” και να γίνουν ο εαυτός τους.

Η δεύτερη μέρα του διαδικτυακού σεμιναρίου συνεχίστηκε με την παρουσίαση της ψυχολόγου, υπαρξιακής ψυχοθεραπεύτριας και εκπαιδεύτριας του «γίγνεσθαι», Δανάης Σταματοπούλου, για τη θεωρία του δεσμού στην υπαρξιακή ψυχοθεραπεία. Η Δανάη επικεντρώθηκε κυρίως στο έργο των John Bowlby, Bruce D Perry και Mary Ainsworth και στο αρχικό μέρος της παρουσίασής της ξεκίνησε με μια μικρή εισαγωγή στις θεωρίες του δεσμού και προσκόλλησης, επισημαίνοντας τη σπουδαιότητά τους, καθώς μέσα από αυτές τις θεωρίες αναδύονται εξαιρετικά συμπεράσματα για την δυναμική των αναπτυξιακών εμπειριών στην ψυχική υγεία των ατόμων. Περιέγραψε το έργο των τριών μεγάλων προσωπικοτήτων για την αναπτυξιακή ψυχολογία, επεξηγώντας συχνά με παραδείγματα τις θεωρίες τους, σε μια προσπάθεια να διευρύνει την κατανόηση των συμμετεχόντων στην σπουδαιότητα των σχέσεων προσκόλλησης στην παιδική ηλικία. Αναφερόμενη στον John Bowlby και τις κλινικές παρατηρήσεις της κλασικής μελέτης του, η Δανάη, έφερε πολλές από τις επιπτώσεις της διάχυσης της διαπροσωπικής απώλειας σε παιδιά που βίωσαν την απουσία του κύριου φροντιστή τους και τις μακροπρόθεσμες πολλές φορές συνέπειές της απουσίας του στην ενήλική τους ζωή. Μίλησε για την θεωρία του Bowlby που κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η λαχτάρα για την παρουσία της μητέρας είναι συγκρίσιμη με την πείνα για φαγητό και για το ότι η απουσία της προκαλεί έντονη αίσθηση απώλειας και θυμού, ενώ μιλώντας για την προσκόλληση και το άγχος αποχωρισμού ως βιολογικά λειτουργικά μέσα, υπογράμμισε ότι οι διαδικασίες προσκόλλησης μοιάζουν να μας ακολουθούν διαρκώς και να συνεχίζονται μέχρι το τέλος της ανθρώπινης διαδρομής μας. Στάθηκε για λίγο στον Perry που επεκτείνει τη συζήτηση στο πεδίο της παιδικής εμπειρίας και της έκφρασης του γενετικού δυναμικού ενώ αργότερα προχώρησε στην παρουσίαση της θεωρίας του δεσμού-προσκόλλησης, όπως εκφράστηκε από την Ainsworth, επισημαίνοντας τη σημασία του ασφαλούς δεσμού στην ανάπτυξη των παιδιών. Περιέγραψε εδώ τους τέσσερις βασικούς τύπους δεσμού και τις νοητικές, συναισθηματικές και συμπεριφορικές αντιδράσεις τους, με τον ασφαλή δεσμό να εκδηλώνεται με άγχος κατά τον αποχωρισμό, αλλά να ανακουφίζεται εύκολα κατά την επανένωση, τον αγχώδη ή αλλιώς αμφιθυμικό δεσμό να είναι χαρακτηριστικός για παιδιά που αντιμετωπίζουν ασταθείς γονείς, τον αποφευκτικό δεσμό, με την απαξίωση κατά τον αποχωρισμό, και τέλος τον αποδιοργανωμένο δεσμό, με την έλλειψη συνέχειας και τη συχνή ύπαρξη κακοποίησης, εκεί όπου ο γονέας ή ο φροντιστής αποτελούν ταυτόχρονα πηγή ασφάλειας αλλά και κινδύνου, αναδεικνύοντας συνολικά την πολυπλοκότητα των συσχετισμών και την σύνθετη δυναμική μεταξύ παιδιών και φροντιστών. Κλείνοντας την ενότητα αυτή η Δανάη τόνισε το πώς συνολικά και οι σύγχρονες έρευνες υπογραμμίζουν την ουσιώδη συνδεσιμότητα μεταξύ προσκόλλησης και ψυχικής υγείας στα παιδιά, προσφέροντας βαθύτερη κατανόηση για την ανάπτυξη και την ευημερία τους. Στη συνέχεια της παρουσίασής της περιέγραψε τις πιο σύγχρονες θεωρίες του Attachment parenting. Αναφέρθηκε εδώ στον William Sears που με το έργο του επικεντρώνεται στην οικοδόμηση και ενίσχυση της εγγύτητας και της σύνδεσης με τα παιδιά μέσω της ενσυναίσθησης, της σωματικής εγγύτητας και της συνεπούς ανταπόκρισης με τρόπους που συνεχίζουν να καλλιεργούν την προσκόλληση και την αγάπη και παρουσίασε, εν συντομία, την συλλογή των επτά πρακτικών (Baby Bs) που ακολουθεί η θεωρία του. Η Δανάη αναφέρθηκε στη συνέχεια στον ενήλικο δεσμό προσκόλλησης και περιέγραψε την ημι-δομημένη συνεδρία ψυχοδυναμικής αξιολόγησης (Adult attachment interview), της Mary Main, που βασίζεται στη μορφή και τη δομή του αφηγηματικού στυλ του θέματος και εστιάζει στις σχέσεις με τους γονείς και τους σημαντικούς άλλους, καθώς και στις απώλειες και τους χωρισμούς του ατόμου που αξιολογείται όπως και στην επίγνωσή του και την ικανότητά του να αναφέρει αυτά τα φαινόμενα. Κλείνοντας αυτή την ενότητα πρότεινε μια βιωματική άσκηση που είχε ως στόχο να βοηθήσει τους συμμετέχοντες να αναγνωρίσουν τον προσωπικό τους τύπο προσκόλλησης, προσπαθώντας να κατανοήσουν το πώς επηρεάζει τις σχέσεις τους και τις πεποιθήσεις των σχέσεών τους και τέλος μας κάλεσε να αναλογιστούμε το πώς επηρεάζουν το ρόλο μας ως θεραπευτές ή το πώς, ως θεραπευτές και πάλι, είμαστε μέσα σε μια θεραπευτική σχέση. Στο τελευταίο μέρος της παρουσίασής της η Δανάη επικεντρώθηκε στις εκφάνσεις μιας ψυχοθεραπείας που βασίζεται στο μοντέλο του δεσμού προσκόλλησης, κυρίως με τον τρόπο που την προτείνει ο Bowlby, και τόνισε τη σημασία της διορατικότητας και της θεραπευτικής σχέσης που είναι κοινά σε δυναμικές προοπτικές, αλλά με ιδιαίτερη έμφαση στον αντίκτυπο των διαδικασιών που σχετίζονται με την προσκόλληση, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που λαμβάνουν χώρα στη θεραπευτική σχέση. Περιέγραψε εδώ το ρόλο του θεραπευτή ως μια προσωρινή φιγούρα προσκόλλησης για την ανάπτυξη μιας ασφαλούς βάσης και την εξερεύνηση του εαυτού και των σχέσεών του θεραπευόμενου και συνέδεσε κάποια χαρακτηριστικά της με τη θεωρία των Mikulincer & Shaver που παρουσιάζουν τα δικά τους χαρακτηριστικά και συμπεριλαμβάνουν την αναζήτηση της εγγύτητας, της παροχής άνεσης και παρηγοριάς, και της υποστήριξης ως απαραίτητες προϋποθέσεις για την εξερεύνηση και την ανάπτυξη. Στη βάση αυτής της προσπάθειας και στην αναζήτηση μια ψυχοθεραπείας που εμπνέεται από τις θεραπευτικές αρχές του Bowlby η Δανάη τόνισε και πρόβάλλε δύο κυρίως θεραπευτικά στοιχεία. Το πρώτο από αυτά αφορά στη διαμόρφωση μιας νέας προοπτικής για τη ζωή όπου ο θεραπευόμενος νοηματοδοτεί διαφορετικά τα παρελθοντικά γεγονότα, αξιολογώντας εξαρχής και εκ νέου τις εσωτερικές αναπαραστάσεις του, λαμβάνοντας υπόψη τις προσωπικές σχέσεις του μέσα από την αναστοχαστική ικανότητα ενός ενήλικα. Το δεύτερο από τα στοιχεία αφορά την έννοια της επανορθωτικής εμπειρίας όπου ο θεραπευόμενος αναπτύσσει μια θετική εμπειρία προσκόλλησης με τον θεραπευτή του, ο οποίος γίνεται πλέον η ασφαλής βάση για την εξερεύνηση των δύσκολων εσωτερικών γεγονότων με λιγότερο αμυντικό τρόπο. Κλείνοντας τη παρουσίαση η Δανάη εξέτασε τη θεωρία του δεσμού στο πλαίσιο μιας υπαρξιακής ψυχοθεραπείας και αναφερόμενη στη φράση «It is the relationship that heals» του Irvin Yalom, που καθιστά τη σχέση θεραπευτή και θεραπευόμενου κεντρικό παράγοντα της θεραπείας, υπογραμμίζοντας εντέλει την ανάγκη για εξατομικευμένη θεραπεία, σε αντίθεση με πρωτόκολλα ή μια συμπιεσμένη χρονικά θεραπεία, προσαρμοσμένη στη μοναδική ιστορία κάθε προσώπου.

Φτάνοντας προς την ολοκλήρωσή του το σεμινάριο για την αναπτυξιακή ψυχολογία συνεχίστηκε μέσα από μια άσκηση χαλάρωσης που καθοδηγήθηκε από την ψυχολόγο, υπαρξιακή ψυχοθεραπεύτρια και εκπαιδεύτρια του «γίγνεσθαι», Έφη Μπόνη. Η Έφη, με τον γνώριμο πράο και τρυφερό της τρόπο, κάλεσε τους συμμετέχοντες να έρθουν σε επαφή με τις παιδικές προσδοκίες τους αλλά και με αυτές που εξακολουθούν να έχουν ως ενήλικες από τους γονείς τους και στη συνέχεια να μοιραστούν σε δυάδες την εμπειρία τους και να στοχαστούν και να συζητήσουν μεταξύ τους για το το πώς αυτές μπορούν να γίνουν αντικείμενο επεξεργασίας στη θεραπευτική διαδικασία. Το σεμινάριο έκλεισε με την παρουσίαση ενός πραγματικού περιστατικού που έφερε η ψυχολόγος, υπαρξιακή ψυχοθεραπεύτρια και εκπαιδεύτρια του «γίγνεσθαι», Μίρκα Πλέσσα που περιείχε πολλές από τις αναπτυξιακές προκλήσεις που συζητήθηκαν θεωρητικό επίπεδο καθ’ όλη τη διάρκεια του διημέρου.

Συντάκτης: Θανάσης Ν. Μανιάτης