Άρθρα

ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΜΑΝΙΑΤΗΣ

O Heidegger στην προοπτική μιας ποιητικής κατοίκησης του κόσμου

Image © Simon Berger | Unsplash

«Βλέπεις» είπε «είναι οι άλλοι και δε γίνεται αυτοί χωρίς εσένα και δε γίνεται μ’ αυτούς χωρίς εσύ «Βλέπεις» είπε «είναι οι άλλοι και ανάγκη πάσα να τους αντικρίσεις η μορφή σου αν θέλεις ανεξάλειπτη να ‘ναι και να μείνει αυτή».

Οδυσσέας Ελύτης

Μέσα από το έργο του, καθώς σταδιακά αρθρώνει τη δική του ερμηνευτική οντολογία, ο Martin Heidegger προτάσει την προοπτική μιας ποιητικής κατοίκησης του κόσμου που αναδύεται και εδράζεται στην αισθητική συνήχηση του ανθρώπου με τον κόσμο. Ήδη από το πρώιμο έργο του επαναφέρει το πανάρχαιο ερώτημα του Είναι, προσκαλώντας μας να βγούμε από μια αντικειμενική ή αποστασιοποιημένη παρατήρηση της ανθρώπινης ύπαρξης, και να αντιμετωπίσουμε τα υπαρξιακά ερωτήματα μέσα από την υποκειμενική μας εμπειρία ως ανθρώπινα όντα, καθώς περιγράφει τον άνθρωπο ως Dasein, ως τον τόπο όπου εμφανίζεται το ερώτημα για το νόημα του Είναι. Στο «Είναι και Χρόνος» ορίζει την ανθρώπινη ύπαρξη ως ανοιχτότητα, παρουσιάζοντας τον άνθρωπο ως μια ανοιχτή δομή πολλαπλών δυνατοτήτων που βρίσκεται πάντα μπροστά από την συνειδησιακή έννοια του εαυτού. Για τον Heidegger (1998), η ανθρώπινη ύπαρξη δεν είναι μια κλειστή οντότητα που καλείται να εγκαθιδρύσει τη σύνδεσή της με ό,τι εξωτερικά την περιβάλλει (δηλαδή τους άλλους και τον κόσμο) αλλά ήδη μια ανοιχτή και αυτόφωτη δομή που διαρκώς διανοίγεται σε ένα χώρο νοήματος και όπου μέσα σε αυτό το νοηματοδοτημένο ξέφωτο αναδύεται και υπάρχει. Ως Dasein, περιγράφει ο ίδιος, με το λόγο και τα έργα του, ο άνθρωπος δημιουργεί, νοηματοδοτεί και βιώνει την ύπαρξή του. Από την ανοιχτότητα αυτή προκύπτει η βάση της οντολογικής μας ελευθερίας να είμαστε στον κόσμο και ταυτόχρονα (είτε έχουμε επίγνωση, είτε μας ενδιαφέρει είτε όχι), η διαπίστωση ότι είμαστε δέσμιοι αυτής της ελευθερίας. Πως είμαστε υποχρεωμένοι να κολυμπάμε σε αυτά τα συχνά αναπάντητα ερωτήματα και την απροσδιοριστία που προκύπτει από την εγγενή μας ελευθερία να είμαστε αυτό το υπαρξιακό κέντρο από όπου αναδύεται ο κόσμος μας. Ωστόσο ο Heidegger δεν μιλά για απειρία δυνατοτήτων. Κάθε διάνοιξη προς τις μελλοντικές μας δυνατότητες είναι, εν μέρη ήδη, ιστορικά διαμορφωμένη από την ερριμμενότητά μας στον κόσμο, το χρονικό και ιστορικό πλαίσιο της ζωής μας, που μας περιοριορίζει και ταυτόχρονα μας παρέχει την πρώτη ύλη των επιλογών μας. Και παρότι συχνά αναζητούμε να απαλλαγούμε από την αγωνία αυτής μας της ελευθερίας, είτε προσχωρώντας όπως γράφει ο Heidegger στον μαζικό άνθρωπο (Das Man), είτε επιστρέφοντας στην ασφάλεια των δικών μας προκατασκευών (έτσι όπως αυτές βρίσκονται διαμορφωμένες στην ταυτότητά μας από τις διδαχές του βίου μας, στον τρόπο που ήδη υπάρχουμε), λησμονώντας προσωρινά το αρχέγονο κάλεσμα της αυθεντικής πραγμάτωσης, το ερώτημα του πώς βιώνουμε και πραγματώνουμε την ύπαρξή μας πάντα θα επιστρέφει.

Το τόσο καθοριστικό ερώτημα πάνω στη δυνατότητα της ανθρώπινης ελευθερίας, είναι φυσικά καθοριστικό και διαρκώς παρών και στην υπαρξιακή ψυχοθεραπευτική διαδικασία, κυρίως όταν αυτή εδράζεται στην διεύρυνση μιας κατανόησης που δεν οριοθετείται ούτε τελειώνει σε συγκεκριμένα αιτήματα αλλά στη συνολική μέριμνά μας για το πρόσωπο που συνοδοιπορούμε. Μια φαινομενολογική υπαρξιακή προοπτική που δεν καθοδηγείται από τη λογική μιας «θεραπευτικής» αποκατάστασης ή ακόμη και από εκείνη της συμφιλίωσης αλλά αντίθετα προσανατολίζεται στις εμπειρίες στις οποίες οι άλλοι και ο κόσμος μπορούν εκστατικά να αναδυθούν, συχνά ανεξάρτητα από την τυχαιότητα των υπαρξιακών ρηγμάτων, απαιτεί αμέριστη προσοχή και μέριμνά μας για το ανθρώπινο Είναι. Ο Heidegger (2011), στις Διαλέξεις του για τον Νίτσε, αναφέρεται στη δυνατότητα της ενόρασης (intuition), έναν μεθοδολογικό στοχασμό στον οποίο ο κόσμος μας φανερώνει και αναδύει την α-λήθεια του αδιαμεσολάβητα και ανεξάρτητα από τη γνωσιακή ή εννοιακή του σύλληψη και διεργασία. Η ενόραση συνιστά, για τον Heidegger, μια επίγνωση που προέρχεται από μια αισθητικής μορφής διαίσθηση προς μια άμεση αντίληψη ή συνειδητοποίηση, που εμπεριέχει μια αδιατάρακτη και αποφασιστική δύναμη ανοιχτότητας προς τους άλλους και τον κόσμο. Ο ίδιος αναφέρεται επίσης στην πιθανότητα ενός άλματος ανοιχτότητας προς το μέλλον που συμβαίνει όταν η σκέψη παραμένει άγρυπνη απέναντι στην αντικειμενικοποίηση του κόσμου και τις περιχαρακωμένες πλαισιώσεις μας. Μιλά για το «κάλεσμα» μιας άλλης διάστασης που αναδύεται ως αποφασιστικό άλμα σε ένα εξωιστορικό συμβάν της σκέψης (Ereignis), ικανό μέσα στη στιγμιαία αναλαμπή του να φανερώσει στον άνθρωπο την συνήχηση της ύπαρξής του με τον κόσμο, ικανό να τον απομακρύνει από τη σιωπή και τη λήθη μιας αναυθεντικής ζωής. Θα μπορούσαμε, ίσως, να το παραλληλίσουμε με ένα ψυχοθεραπευτικό κάλεσμα που προσκαλεί τον άνθρωπο προς μια ριζική απόφαση: να διανοίξει τον ιστορικό του ορίζοντα προς κάτι που βρίσκεται εμπρός του, τείνει να φανερωθεί και το οποίο ωστόσο δεν έχει ακόμη διαμορφωθεί ή δεν έχει ακόμη λάβει θέση στη συνείδησή του. Ένα άλμα ανοιχτότητας προς το μέλλον, που προσδίδει νέα μορφή και κατεύθυνση στον κόσμο του, και στις δυνατότητες που επιθυμεί να πραγματώσει, οικειοποιούμενος ερμηνευτικά το νέο του ξεκίνημα, βαδίζοντας προς την πιθανότητα να επανανοηματοδοτήσει τον βιωμένο κόσμο του.

Μοιάζει λοιπόν το πρόταγμα του Heidegger (2009), για μια ποιητική κατοίκηση του κόσμου να αφορά άμεσα και την υπαρξιακή ψυχοθεραπεία. Εκεί όπου ο κόσμος του Άλλου δεν εμφανίζεται απλά ως αναπαράσταση ή ως ανακλώμενο σύμβολο μιας ξέχωρα συγκροτημένης πραγματικότητας, αλλά συνυπόστατος της δικής μας χρονικότητας. Η ψυχοθεραπεία μπορεί τότε να παρέχει τον τόπο όπου θα αναδυθούν τα θεμέλια μιας αισθητικής βίωσης και κατανόησης του κόσμου, προς έναν ποιητικό συσχετισμό του ανθρώπου με το Είναι. Ο Ρωμανός (2018), σημειώνει πως αυτή η «ποιητική οικείωση» συνάδει με μια ενήμερη ζωή, από μια προσπάθεια εναρμόνισης του ανθρώπου με τον κόσμο, είναι δηλαδή μια ζωή φροντίδας και προστασίας για ό,τι συναντάμε. Μοναδικά ταιριασμένη με τον τρόπο της ύπαρξής του ανθρώπου που συνοδοιπορούμε, με την υποκειμενικότητά του κι αντίστοιχα συγκερασμένη με κάθε ιδιαίτερη περιοχή της ύπαρξής του. Η σκέψη μας, λοιπόν, χρειάζεται να παραμένει άγρυπνη απέναντι στον τρόπο που πλαισώνουμε τον Άλλο. Συχνά μόνοι απέναντι στο απροσδιόριστο της ανθρώπινης ύπαρξής του, άλλοτε πλημμυρισμένοι από άγχος ή ενοχή για τις χαμένες δυνατότητες, αντιμέτωποι με το φως της αλήθειας και το σκοτάδι της λήθης της ανθρώπινης κατάστασης, μένοντας πιστοί στα φαινόμενα της προσωπικής του εμπειρίας και αντιπαλεύοντας την θνητότητα που απειλεί με κατάρρευση την ύπαρξη και την ταυτότητά μας μέσα στον νοηματοδοτημένο κόσμο μας. Δημιουργώντας ανοίγματα προς το διαφορετικό, το άγνωστο, περάσματα από τον χώρο του προς το οικείο και από τον χώρο του οικείου πάλι πίσω προς το διαφορετικό ή το ανοίκειο, κι από εκεί, ανοίγοντας ρητά τους εαυτούς μας, όπως μας προσκαλεί ο Heidegger, να περιμένουμε σιωπηλά το απελευθερωτικό κάλεσμα μιας άλλης διάστασης.

Βιβλιογραφικές Αναφορές

Heidegger, M. (1998). Είναι και χρόνος. Αθήνα: Δωδώνη
Heidegger, M. (2009). Ποιητικά κατοικεί ο άνθρωπος. Αθήνα: Πλέθρον
Heidegger, M. (2011). Νίτσε. Η βούληση για ισχύ ως τέχνη. Αθήνα: Πλέθρον
Ρωμανός, Β. (2018). Η κριτική της νεωτερικής τεχνολογίας στη φαινομενολογική σκέψη.
          Ερευνητικές διαδρομές στις κοινωνικές επιστήμες. Ρέθυμνο: Πανεπιστήμιο Κρήτης