Άρθρα

ΕΥΗ ΔΑΛΛΑ

Βούληση

Painting © Robert Delaunay | Autoportrait, 1909

Η βάση της ελευθερίας είναι η βούληση ή θέληση, η κινητήρια δύναμη που οργανώνει την δράση μας προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση ή κάποιο επιλεγμένο στόχο. Βασισμένος στην δουλειά του Farber (1966), ο Rollo May (Love and Will, 1969) έκανε την διάκριση μεταξύ συνειδητής βούλησης, δηλαδή της συνειδητής επιλογής και σταθερής εφαρμογής μιάς απόφασης με την δύναμη της θέλησης (will power) και της αυθόρμητης, αυτόματης και μη-συνειδητής θέλησης που καθορίζει πολλές από τις πράξεις μας, χωρίς να το καταλάβουμε. Δηλαδή, η ελευθερία και η ευθύνη μας είναι διάχυτες και εκδηλώνονται ακόμη κι όταν δεν κάνουμε τον κόπο να παίρνουμε συνειδητές αποφάσεις. Προγενέστερη έκφραση της θέλησης είναι η επιθυμία, που αποτελείται από το νοερό «παίξιμο» ιδεών και δυνατοτήτων. Η επιθυμία είναι ολότελα δική μας. Κατά κάποιον τρόπο εξατομικεύει την θέληση, δίναντάς της ζεστασιά, ιδιαίτερο νόημα, συναίσθημα και ανθρωπιά. Η θέληση χωρίς επιθυμία οδηγεί στον άτεγκτο, ψυχαναγκαστικό πουριτανό. Αντίθετα, η επιθυμία χωρίς θέληση καθιστά τον άνθρωπο ανώριμο και αναποφάσιστο, ένα παιδιάστικο ρομποτάκι που άγεται και φέρεται από στιγμιαίες παρορμήσεις.

Επιθυμία, επιλογή, δέσμευση, θέληση και δράση

Η υπεύθυνη δράση αρχίζει πάντα με την επιθυμία. Δεν μπορούμε να ενεργήσουμε υπεύθυνα αν δεν γνωρίζουμε τι πραγματικά θέλουμε. Συχνά βλέπουμε ανθρώπους που δεν ξέρουν τι θέλουν, αλλά μόνον το τι πρέπει. Ακολουθούν παρασιτικά τις επιθυμίες άλλων, που τελικά κουράζονται και βαριούνται να τους στηρίζουν. Ο Σιφνέος (1967) μίλησε για άτομα αλεξιθυμικά (alexithymia), που δυσκολεύονται στην λεκτική έκφραση συναισθημάτων και επιθυμιών. Κάποιοι δεν εμπιστεύονται τον εαυτό τους, ή φοβούνται ότι θα τους απορρίψουν, άλλοι θεωρούν την έκφραση επιθυμίας σαν ένδειξη εγωισμού ή αδυναμίας. Γενικά, είναι άτομα που δυσκολεύονται ιδιαίτερα στις ανθρώπινες σχέσεις γιατί η έλλειψη αυθορμητισμού και γνησιότητας τους καθιστά προβλέψιμους και βαρετούς, τυπικούς, χωρίς ζωντάνια.

Επιθυμία: Προσθέτει ζωντάνια, συναίσθημα, κατεύθυνση, είναι ολότελα δική μας και αποκαλύπτει ενδόμυχες, προσωπικές μας πτυχές.

Έλλειψη επιθυμίας: Πελάτης που ήλθε διότι του το επέβαλλε η αρραβωνιαστικιά του, δεν μπορούσε να εκφράσει καμμία προσωπική επιθυμία και, όταν η αρραβωνιαστικιά ήλθε σε συνεδρία για να καταθέσει ενώπιον της ψυχοθεραπεύτριας ότι η σχέση είχε τελειώσει, δεν επανήλθε.

Πολλαπλές επιθυμίες:  Πελάτης ζωντανός με πολλά σχέδια, παραπονείται ότι η γυναίκα του δεν έχει καμμία επιθυμία και τον χαντακώνει. Αλλοθι για να την αφήσει; Αλλοθι για να μην επιλέξει τίποτα αφού θέλει τόσα πολλά;

Παθολογικές επιθυμίες:  Πελάτισσα που θέλησε να εκδικηθεί ξαδέλφη που «απήγαγε» ηλικιωμένη θεία τους για να εκβιάσει την επιθυμητή διαθήκη, θεωρούσε εύλογη κίνηση να καταγγείλει την εξαδέλφη για αγορά βρέφους από κομμουνιστική χώρα.

Οι αποφάσεις είναι δύσκολες γιατί κάθε επιλογή αποκλείει πολλές άλλες και, ακόμη κι αν επιλέξουμε «σωστά», πάντα κάτι χάνουμε.

Αποφυγή της ευθύνης και της επιλογής

Απάθεια, αναβλητικότητα, παρορμητισμός, ψυχαναγκασμός, αντιδραστικότητα, μετάθεση, απόσυρση, δικαιολογίες , επιπολαιότητα, τελειοκρατία, επανάσταση ή υποταγή. Μεταβίβαση ευθύνης είτε σε εξωτερικούς παράγοντες, π.χ. θρησκεία, οργανισμούς, πολιτικούς αρχηγούς, θεραπευτές, συγγενείς κ.λπ., είτε σε μη-ελεγχόμενες πλευρές του εαυτού του, π.χ. κληρονομικότητα, χαρακτήρας, παιδικές εμπειρίες, ψυχασθένεια.

I can will knowledge, but not wisdom; going to bed, but not sleeping; eating, but not hunger; meekness, but not humility, scrupulosity, but not virtue; self-assertion or bravado, but not courage; lust, but not love; commiseration, but not sympathy; congratulations, but not admiration; religiosity, but not faith; reading, but not understanding (Farber, 1966, The Ways of the Will).

Μπορώ να κατακτήσω την γνώση, αλλά όχι την σοφία. Ορίζω πότε ξαπλώνω στο κρεββάτι, αλλά όχι πότε κοιμάμαι. Πότε τρώω, αλλά όχι πότε πεινάω. Μπορώ να είμαι πειθίνιος, χωρίς να είμαι σεμνός. Να είμαι σχολαστικά σωστός, αλλά όχι ενάρετος. Να διεκδικώ τα δικαιώματά μου και να κάνω το παλικάρι, χωρίς να είμαι θαρραλέος. Να έχω πόθο, αλλά όχι αγάπη. Να συλλυπούμαι, χωρίς να συμπάσχω. Να συγχαίρω, χωρίς να θαυμάζω. Να εκφράζω θρησκευτικότητα, χωρίς πίστη. Να διαβάζω, χωρίς να κατανοώ.